συρματόσκοινο

συρματόσκοινο
το
σκοινί φτιαγμένο από λεπτά σύρματα.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ανάδρομος — Αυτός που κινείται προς τα πάνω ή προς τα πίσω. Α. λέγεται συνήθως το συρματόσκοινο ή άλλο δυνατό σκοινί που είναι τεντωμένο λοξά από τα κατάρτια στο κατάστρωμα ή τον πρόβολο πλοίου ή από το ένα κατάρτι στο άλλο. Πάνω σε αυτό το σκοινί στηρίζεται …   Dictionary of Greek

  • συρματόσχοινο — και συρματόσκοινο, το, Ν σχοινί από δύο ή περισσότερα συνεστραμμένα χαλύβδινα σύρματα το οποίο χρησιμοποιείται σε πάρα πολλές περιπτώσεις, όπως για τη μεταβίβαση κίνησης, την ανέλκυση βαρών, την κίνηση ανελκυστήρων κ.ά. εφαρμογές. [ΕΤΥΜΟΛ. <… …   Dictionary of Greek

  • θερμοβαθογράφος — Συσκευή πλοίου, που καταγράφει την κατανομή της θερμοκρασίας του νερού κατά βάθος. Έχει αεροδυναμικό σχήμα με πτέρωμα στο άκρο, για να σταθεροποιείται η θέση της όταν βυθίζεται στο νερό. Αποτελείται από έναν επιμήκη κορμό μέσα στον οποίο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”